παλαβώθκα

“Παλαβώθκα” σημαίνει τρελάθηκα, τα ‘χασα. Μὲ π᾿ τὰ θμήθηκα παλαβώθκα! Αα κάλα ιγώ φταίβου, του ράδιου σα παλαβώθκι, παλαβώθκα κι’γω!

Προβολή όλων των 4 αποτελεσμάτων
ΕΜΦΑΝΙΣΗ
  • 2
  • 3
  • 4
Follow us
TOP
Η ΤΣΑΝΤΑ ΜΟΥ 0
Προστέθηκε στα αγαπημένα!